Το
κείμενο που ακολουθεί αποτελεί την εισήγηση της Καίτης Μυλωνά στην εκδήλωση –
συζήτηση για την Τροφή με τίτλο: Το Δικαίωμα
στην Επιλογή της Τροφής (Food Sovereignty) που έγινε στην Αθήνα, την Κυριακή 12 Μαρτίου 2017.
-------------
Τροφή ως Δικαίωμα των Πολιτών – Βιώσιμη
Γεωργία, Ποιοτικά Τρόφιμα, Δίκαιο Εμπόριο
Καίτη Μυλωνά, Κτηνίατρος, Σύμβουλος Ανάπτυξης Κτηνοτροφίας και Επιχειρήσεων
Μεταποίησης Ζωοκομικών Προϊόντων, Μέλος Δικτύου Ανανεωτικής Αριστεράς, Μέλος
της ΕΠ STOP TTIP CETA TiSA
Εκδήλωση για την Τροφή με τίτλο: Το Δικαίωμα στην Επιλογή της Τροφής (Food Sovereignty)
Κυριακή 12 Μαρτίου 2017
Γιατί επιλέξαμε να οργανώσουμε μια εκδήλωση για την ΤΡΟΦΗ;
Τι σημαίνει δικαίωμα στην
επιλογή της τροφής;
Η τροφή αποτελεί, ως γνωστόν,
απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωσή μας. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία του FAO(Οργανισμός του ΟΗΕ για τη Γεωργία και τα Τρόφιμα), η ζήτηση για τροφή
αυξάνεται συνεχώς και θα αυξάνεται ολοένα και περισσότερο. Αναμένεται η ζήτηση
για ποιοτικά και ασφαλή προϊόντα να αυξηθεί έως και 60%μέχρι το 2020.
Από την άλλη πλευρά, όμως, το
παγκόσμιο σύστημα παραγωγής των τροφίμων
εξασθενίζει όλο και περισσότερο τους αγρότες μας, την υγεία μας και το
περιβάλλον που ζούμε, ενώ απέτυχε να περιορίσει την πείνα για εκατομμύρια
ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
Ο τρόπος παραγωγής και μεταποίησης των
αγροτικών προϊόντων και τροφίμων δημιουργεί κινδύνους για την υγεία μας
(καρκίνο, ενδοκρινικές διαταραχές κλπ) και για το περιβάλλον (εξάντληση των
εδαφών σε θρεπτικά συστατικά, λόγω της μονοκαλλιέργειας και της χρήσης ΓΤΟ και
διαφόρων χημικών ουσιών στις καλλιέργειες και στην εκτροφή των ζώων).
Η φιλελευθεροποίηση του εμπορίου και η
απουσία ρύθμισης των αγορών έχουν οδηγήσει τους αγρότες να πωλούν συχνά σε
τιμές κάτω του κόστους και τις εκμεταλλεύσεις τους σε μια μη βιώσιμη – οικονομικά–
κατάσταση, ενώ οι καταναλωτές αγοράζουν την τροφή τους όλο και ακριβότερα.
Οι επιθέσεις που δέχεται όλο το
αγροδιατροφικό σύστημα παγκόσμια ολοένα και αυξάνουν, αλλά το σημαντικότερο
είναι, ότι κάθε φορά οι επιθέσεις είναι οξύτερες και με ισχυρότερα «μέσα», ενώ
επιβουλεύονται όλο και περισσότερα δικαιώματα των αγροτών και όλων των πολιτών
και όχι μόνο με την ιδιότητά τους ως καταναλωτών.
Οι συγχωνεύσεις των ούτως ή άλλως
πολυεθνικών εταιρειών στον τομέα της φυτοπροστασίας π.χ. Bayer – Monsanto, προοιωνίζονται ένα μάλλον ζοφερό
μέλλον στον τομέα της ποιότητας και της ασφάλειας των τροφίμων, αλλά και της
προστασίας του περιβάλλοντος που παράγονται τα αγροτικά προϊόντα και τα
τρόφιμα.Πρόκειται για εταιρείες, οι οποίες προωθούν σε όλον τον κόσμο σπόρους, λιπάσματα,
εντομοκτόνα και γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (μεταλλαγμένα δηλαδή) και
κατέχουν το 80% της παγκόσμιας αγοράς. Κάποιες από αυτές τις ουσίες (γλυκοσάφη)
χαρακτηρίζονται ως ενδοκρινικοί διαταρράκτες, επειδή αποδομούν όλο το
ενδοκρινικό σύστημα του ανθρώπου. Η προσπάθεια των πολυεθνικών εταιρειών να
δεσμεύσουν τις όποιες εκτάσεις υπάρχουν στην Αφρική με στόχο να τις
χρησιμοποιήσουν για την παραγωγή ζωοτροφών θα έχει ως αποτέλεσμα την ακόμη μεγαλύτερη
φτωχοποίηση των αφρικανικών λαών, την περαιτέρω υποβάθμιση του περιβάλλοντος
και την παραγωγή περισσότερων ποσοτήτων κτηνοτροφικών προϊόντων επισφαλών για
την υγεία μας και με το ερωτηματικό, αν μας χρειάζονται.
Οι Διατλαντικές Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου
(TTIP, CETA, TiSA) έρχονται να ελέγξουν, όχι μόνο την
παραγωγή και την εμπορία καθεαυτή των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων,
αλλά και τους όρους και τις συνθήκες που αυτά παράγονται και τους όρους
διαπραγμάτευσης των δικαιωμάτων των πολιτών και των ίδιων των κρατών να
επιλέγουν πώς και τι θα παράγουν, τι θα καταναλώνουν – ουσιαστικά το δικαίωμά μας στην επιλογή στης τροφής.
Η τροφή πρέπει να πληροί κάποιες
προϋποθέσεις, για να επιτελεί το ρόλο της. Πρέπει να υπάρχει σε επάρκεια, όλοι
οι πολίτες να έχουν πρόσβαση σε αυτήν, να είναι ποιοτική και ασφαλής και για
την παραγωγή της να ικανοποιούνται κάποιοι όροι, όπως είναι η προστασία του
περιβάλλοντος και η μη κατασπατάληση των φυσικών πόρων, ενώ θα πρέπει να
διανέμεται δίκαια, ώστε όλοι να επωφελούνται από την παραγωγή της, από την
επεξεργασία της και από την κατανάλωσή της. Αυτά όλα εμπεριέχονται στον τίτλο
της εκδήλωσης: Το Δικαίωμα στην Επιλογή
της Τροφής.
Όλο και περισσότερο και όλο και σε
περισσότερες περιοχές του πλανήτη περιορίζεται η δυνατότητα πρόσβασης στην
τροφή, πόσο μάλλον στο δικαίωμα στην επιλογή της τροφής.
Παραγωγή αγροτικών προϊόντων
και τροφίμων
Η Μεσογειακή Διατροφή είναι ένα σύστημα τροφής, που περιλαμβάνει τα κυριότερα και πιο
χαρακτηριστικά προϊόντα,από την παραγωγή τους, την επεξεργασία τους, τη διανομή
τους και την κατανάλωσή τους. Δηλαδή, η Μεσογειακή Διατροφή δεν είναι απλά
ένας υγιεινός τρόπος διατροφής, αλλά ένας ολόκληρος τρόπος ζωής. Γι’ αυτό
δεν μπορεί να παραμείνει ως όραμα, πρέπει να περάσει στην πραγματική οικονομία.
Το Ινστιτούτο Μεσογειακών Μελετών
δούλεψε πάνω σ’ ένα σχέδιο με τίτλο: Στρατηγική
AGENDA 2025 με στόχο τη διατύπωση κάποιων
προτάσεων πάνω ακριβώς σε αυτό το ζήτημα. Η Μεσογειακή Διατροφή βασίζεται σε
αρχές, που είναι συμβατές με περιβαλλοντικά, διατροφικά, υγιεινά, κοινωνικά,
οικονομικά και πολιτιστικά κριτήρια. Δημιουργεί διαύλους με άλλους τομείς της
οικονομίας, όπως η γαστρονομία και ο τουρισμός, ενώ συνεισφέρει στη δημιουργία
θέσεων εργασίας στις τοπικές κοινωνίες. Από κει και πέρα, είναι απαραίτητο να
γίνεται εξειδίκευση για κάθε περιοχή.
Η Μεσογειακή Διατροφή ακολουθεί και
εφαρμόζει τους στόχους της Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ (SDGs),σύμφωνα με τους
οποίους, μόνο εάν ολόκληρο το σύστημα της αγροτικής παραγωγής και της
παρασκευής των τροφίμων μετασχηματιστεί, μόνο τότε μπορούμε να μιλάμε για
βιώσιμη ανάπτυξη. Συγκεκριμένα αναφέρεται: «Χρειαζόμαστε ένα μετασχηματισμό ο οποίος θα κινείται προς την κατεύθυνση της
γεωργικής παραγωγής που συνεργάζεται με τη φύση, προστατεύει τη φέρουσα
ικανότητα του εδάφους, και ενισχύει την ανθεκτικότητα των φυτών και των ζώων».
Επιπτώσεις της ΚΑΠ στην
τροφή μας και στο περιβάλλον
Η βιομηχανοποιημένη – εντατικοποιημένη
γεωργία, στοιχείο της ΚΑΠ της ΕΕ (Κοινή Αγροτική Πολιτική) που εφαρμόζεται εδώ
και δεκαετίες στις χώρες μέλη της ΕΕ, προωθεί μια ανταγωνιστική γεωργία, η οποία
έχει κατεύθυνση τις εξαγωγές και βασικό εργαλείο τις επιδοτήσεις. Αλλά αυτή η
πολιτική υπονομεύει την επισιτιστική ασφάλεια, δηλαδή τη σχετική επάρκεια σε
τρόφιμα στην ΕΕ και στις χώρες μέλη της ΕΕ, ενώ είναι επικίνδυνη και για την
κλιματική αλλαγή.
Αυτή την άποψη – δηλαδή της αύξησης των εξαγωγών – ενστερνίζονται και τα ελληνικά πολιτικά κόμματα (συμπεριλαμβανομένου του κυβερνητικού κόμματος) και γι’ αυτό αναφέρονται συνεχώς στην ενίσχυση της εξωστρέφειας, χωρίς να τους απασχολεί καθόλου το αν παράγονται στην Ελλάδα τρόφιμα επαρκή για τη διατροφή των Ελλήνων πολιτών και με δυσμενείς επιπτώσεις στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν ασχολούνται με την παραγωγική συγκρότηση του πρωτογενούς – αγροτικού τομέα και με τη μεταποίηση των γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, αλλά προτιμούν τα εισαγόμενα.
Αλλά, αν δεν ασχοληθείς με αυτό, δεν
έχεις, ως χώρα, καμία οικονομική και κοινωνική βάση για να στηρίξεις τις
πολιτικές σου, την οικονομική, της απασχόλησης, την περιβαλλοντική, δεν έχεις
προτεραιότητες και αιχμές, δεν έχεις στρατηγικό στόχο για τη χώρα και τους
ανθρώπους που την κατοικούν, με λίγα λόγια δεν έχεις παραγωγικό και
καταναλωτικό πρότυπο, ενώ έχεις τρόφιμαεπιβαρυμένα με χημικές ουσίες (γενετικά
τροποποιημένους οργανισμούς, λιπάσματα, φυτοφάρμακα, εντομοκτόνα.
Για άλλη μια φορά, συζητείται η
μεταρρύθμιση της ΚΑΠ. Οι συζητήσεις που γίνονται πρέπει, κατά τη γνώμη μας, να οδηγήσουν σε μια νέα συμφωνία μεταξύ των
αγροτών και των πολιτών, η οποία να ενισχύει τις περιβαλλοντικές και
κοινωνικοοικονομικές επιδόσεις του τομέα των γεωργικών ειδών διατροφής, σύμφωνα
με την άποψη των οργανώσεων των βιοκαλλιεργητών σε ευρωπαϊκό επίπεδο, οι οποίοι
αναφέρουν συγκεκριμένα, ότι «ένα νέο
μοντέλο γεωργικών ενισχύσεων θα πρέπει να καθοριστεί με βάση τα αγρο-οικολογικά
πρότυπα».
Την ίδια άποψη έχουν και οι οργανώσεις
των Νέων Αγροτών της ΕΕ (CEJA), που τονίζουν, ότι «η υφιστάμενη ΚΑΠ
δεν λειτουργεί υπέρ των νεότερων γενεών και σίγουρα δεν αποτελεί ένα
προοδευτικό μοντέλο» καθώς και το ότι αυτό πρέπει να αλλάξει, ενώ θεωρούν, ότι
πρέπει να βρεθεί ένας μηχανισμός που θα επιτρέψει στους ηλικιωμένους αγρότες να
σταματήσουν τη δραστηριότητά τους.
Αυτάρκεια σε αγροτικά προϊόντα – Μπορούμε να την
επιτύχουμε;
Αν δει κανείς τα στατιστικά στοιχεία
για τα ποσοστά αυτάρκειας των βασικότερων αγροτικών προϊόντων (μελέτη ΠΑΣΕΓΕΣ
2012) θα διαπιστώσει, ότι δεν είναι τόσο άσχημα τα πράγματα, όσο θέλουν να τα
παρουσιάζουν κάποιοι. Δεν θα αναφέρω στοιχεία για όλα τα προϊόντα, μόνο για κάποια
από αυτά που θεωρώ, ότι είναι ενδεικτικά της κατάστασης. Ο μέσος όρος
αυτάρκειας στα προϊόντα φυτικής παραγωγής είναι 95,80%, με πρόβλημα στη ζάχαρη
(14,27%), στο μαλακό στάρι από το οποίο παρασκευάζεται το ψωμί (33%) και στα
όσπρια (κ.μ.ο.40%). Στα προϊόντα ζωικής παραγωγής το ποσοστό αυτάρκειας κατά
μέσο όρο είναι 76,36%, ποσοστό αρκετά υψηλό, αν σκεφθεί κανείς τα όσα λέγονται
σχετικά με το έλλειμμα στα ζωοκομικά προϊόντα. Το πρόβλημα εδώ υπάρχει στο
χοιρινό κρέας (36%, όταν το 1985 έφθανε το 85 - 90%) και κυρίως στο βοδινό
κρέας με πραγματική αυτάρκεια 15%, η οποία γίνεται 28% αν προστεθεί το κρέας
από τα εισαγόμενα μοσχάρια που εκτρέφονται στην Ελλάδα. Στα αλιευτικά προϊόντα
η αυτάρκεια είναι 221%.
Η μείωση της παραγωγής ζάχαρης και
μαλακού σταριού (με αντίστοιχη αύξηση της παραγωγής σκληρού σταριού, το οποίο
εξάγουμε), καθώς και του χοιρινού και βοδινού κρέατος είναι αποτέλεσμα της ΚΑΠ
και των πολιτικών όλων των ελληνικών κυβερνήσεων. Σπόροι φυτών και φυλές ζώων
αυτόχθονες επί χρόνια προσαρμοσμένες στο περιβάλλον αλλάχτηκαν με εισαγόμενες
που έπρεπε να σταβλίζονται για να εισπράττονται οι επιδοτήσεις, που ναι,
γέμισαν τις τσέπες των αγροτών με λεφτά, αλλά δεν δημιούργησαν καμιά βάση για
να δομήσεις έναν αγροτικό τομέα συγκροτημένο και στοχευμένο, ούτε σίγουρη
απασχόληση και διέξοδο των προϊόντων στην αγορά (πολιτικές απόσυρσης).
Βοσκότοποι και τεχνητά λιβάδια μετατράπηκαν σε λίγες εβδομάδες σε
βαμβακοκαλλιέργειες - μονοκαλλιέργειες για να εισπράττονται εκατομμύρια ευρώ σε
επιδοτήσεις με τις γνωστές επιπτώσεις, όχι γενικά στο περιβάλλον, αλλά στα
εδάφη λόγω της εξάντλησης των θρεπτικών συστατικών από την αλόγιστη και
υπερβολική χρήση λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων. νιτρορρύπανση
Άξονες της πολιτικής μας πρότασης - Παραγωγικό και Καταναλωτικό Πρότυπο
Κεντρικός άξονας της πολιτικής μας για τον αγροτικό τομέα είναι η
συγκρότηση του πρωτογενούς τομέα της χώρας με στόχο την όσο το δυνατόν
μεγαλύτερη επάρκεια στα βασικά διατροφικά είδη, η παραγωγή αγροτικών προϊόντων
και τροφίμων με σεβασμό στο περιβάλλον και τη δημόσια υγεία.
Η Μεσογειακή Διατροφή, ακριβώς επειδή
εμπεριέχει τον τρόπο παραγωγής των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, αναφέρεται
στην έννοια της ανάπτυξης του αγροτικού τομέα, του πρωτογενούς τομέα της
οικονομίας.
Πρέπει, λοιπόν, να ξανασκεφθούμε τη διαδικασία της
αγροτικής παραγωγής, τη διαδικασία παραγωγής της τροφής μας και, επομένως,
καινούργια σχήματα παραγωγής, μεταποίησης, διακίνησης(δίκαιο εμπόριο) και
κατανάλωσης της τροφής, είναι αυτό που λέμε, παραγωγικό και καταναλωτικό
πρότυπο – ποιοτικά και υγιεινά τρόφιμα.Στην έννοια του δίκαιου εμπορίου περιλαμβάνεται το
δικαίωμα των αγροτών να εξασφαλίσουν ένα μεγαλύτερο μερίδιο από την
τιμή που πληρώνουν οι καταναλωτές. Π.χ. από την τιμή που πληρώνουν οι καταναλωτές για ένα καρβέλι ψωμί, οι
αγρότες που καλλιεργούν το στάρι απολαμβάνουν μόνο το 8%, σύμφωνα με μια
έρευνα.Οι συνεταιριστικές οργανώσεις μπορούν να βοηθήσουν τους αγρότες να
παίρνουν καλύτερες τιμές για την παραγωγή τους. Παράλληλα, το εμπόριο είναι
σημαντικό για να εξασφαλίζεται μια αξιόπιστη και ανταγωνιστική αγροδιατροφική
αλυσίδα. Είναι σημαντικό να βρεθούν νέες διέξοδοι για την παραγωγή μας και να
διασφαλιστεί ότι οι εμπορικές συμφωνίες, που συνάπτονται μεταξύ των κρίκων της
διατροφικής αλυσίδας, θα είναι ισορροπημένες και δίκαιες.
Πρέπει να ξανασκεφθούμε τις ανάγκες του ανθρώπινου
οργανισμού σε ζωικές πρωτεΐνες. Η πυραμίδα της Μεσογειακής
Διατροφής περιλαμβάνει μειωμένες ποσότητες κρέατος και ιδιαίτερα βοδινού. Αν ακολουθήσουμε,
λοιπόν, αυτό το πρότυπο, μαζί με την ενίσχυση της εκτροφής αυτόχθονων φυλών
βοοειδών, τότε η αυτάρκεια της χώρας σε βοδινό κρέας θα αυξηθεί. Είναι ένα
παράδειγμα, το οποίο μας βοηθά να κατανοήσουμε, ότι με κάποια απλά εργαλεία
πολιτικής μπορούμε να μεταστρέψουμε την κατεύθυνση της χώρας. Τοίδιοισχύει και για
άλλους κλάδους του αγροτικού τομέα. Πρέπει να αναφέρουμε, ότι γίνεται μια
μεγάλη προσπάθεια με επιτυχία να συντηρηθεί μια Τράπεζα Αυτόχθονων Σπόρων στη
χώρα, αλλιώς κινδυνεύουμε να είμαστε απολύτως εξαρτημένοι από τις πολυεθνικές
εταιρείες των μεταλλαγμένων σπόρων.
Η περιοχή της Μεσογείου αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά
εργαστήρια του πλανήτη, όπου μπορεί να «χτιστεί» μια πιο βιώσιμη (σύμφωνα με τις ανάγκες
του πληθυσμού και τους περιβαλλοντικούς περιορισμούς της περιοχής) και
περιεκτική ανάπτυξη του αγροτικού τομέα (με την έννοια, ότι θα περιλαμβάνει τα
εδάφη, τους συντελεστές της επιχειρηματικότητας και τις εύθραυστες-ευάλωτες
κοινότητες).
Η παραπάνω προϋπόθεση αποτελεί έναν από τους πυλώνες για το συνολικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Η πρόταση αυτή αμφισβητεί την τρέχουσα αντίληψη για την ανάπτυξη χωρίς όρια, η πρότασή μας θέτει όρια στην ανάπτυξη που έχει στόχο την οικονομική μεγέθυνση, θέτει ως προϋπόθεση τη συνύπαρξη των ανθρωπογενών συστημάτων με τα οικοσυστήματα, θέτει την αυτάρκεια της χώρας στα σημαντικά αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα (πρωτογενής και δευτερογενής τομέας), ως κεντρικό στόχο μιας πολιτικής που δεν περιορίζεται στις εξαγγελίες, αλλά γίνεται πράξη στην πραγματική οικονομία και έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο μέσα στο περιβάλλον του. Στην ουσία η πρότασή μας αμφισβητεί το καπιταλιστικό σύστημα της οικονομίας και τις σύγχρονες μεταμφιέσεις του (χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός).
Η παραπάνω προϋπόθεση αποτελεί έναν από τους πυλώνες για το συνολικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Η πρόταση αυτή αμφισβητεί την τρέχουσα αντίληψη για την ανάπτυξη χωρίς όρια, η πρότασή μας θέτει όρια στην ανάπτυξη που έχει στόχο την οικονομική μεγέθυνση, θέτει ως προϋπόθεση τη συνύπαρξη των ανθρωπογενών συστημάτων με τα οικοσυστήματα, θέτει την αυτάρκεια της χώρας στα σημαντικά αγροτικά προϊόντα και τρόφιμα (πρωτογενής και δευτερογενής τομέας), ως κεντρικό στόχο μιας πολιτικής που δεν περιορίζεται στις εξαγγελίες, αλλά γίνεται πράξη στην πραγματική οικονομία και έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο μέσα στο περιβάλλον του. Στην ουσία η πρότασή μας αμφισβητεί το καπιταλιστικό σύστημα της οικονομίας και τις σύγχρονες μεταμφιέσεις του (χρηματοπιστωτικός καπιταλισμός).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου